Είναι εξερευνητές υποθαλάσσιων ρηγμάτων, ακόμα και σε βάθη αβυσσαλέα με μόνο οδηγό μέσα στο σκοτάδι τα ηχητικά κύματα. Προσπαθούν δεκαετίες τώρα να αποτυπώσουν τις γεωλογικές χαρακιές στις «παλάμες» του βυθού και των υποθαλάσσιων δομών για να «διαβάσουν» οι σεισμολόγοι το μέλλον. Ο λόγος για τους γεωλόγους ερευνητές του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) και για το έργο χαρτογράφησης των υποθαλάσσιων ρηγμάτων στο Αιγαίο, στο Ιόνιο Πέλαγος και στην Ελληνική Τάφρο. Για πολλά χρόνια προσπαθούσαν με παλαιωμένα μέσα, ενώ πλέον διαθέτουν ένα πολύ πιο σύγχρονο και ισχυρό ερευνητικό σύστημα για την αποτύπωση και κατανόηση των υποθαλάσσιων γεωκινδύνων.
«Ενα όνειρο έγινε πραγματικότητα. Μέχρι τώρα εργαζόμασταν με ένα όργανο που είχε πολύ πιο περιορισμένες δυνατότητες. Το παλιό σύστημα έστελνε ένα μονοκαναλικό ηχητικό σήμα, το νέο είναι πολυκαναλικό με 24 κανάλια. Αναβαθμίζονται δραστικά οι ερευνητικές δυνατότητες, πρώτον γιατί αυξάνεται το βάθος διείσδυσης του ηχητικού σήματος σε τουλάχιστον δύο χιλιόμετρα κάτω από τον θαλάσσιο βυθό (ενώ πριν δεν ξεπερνούσε τα 1.000 μέτρα) και δεύτερον γιατί βελτιώνεται ιδιαίτερα η ποιότητα των σεισμικών δεδομένων», λέει στην «Κ» ο δρ Δημήτρης Σακελλαρίου, γεωλόγος και διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας του ΕΛΚΕΘΕ και επιστημονικά υπεύθυνος του προγράμματος «Αθηνά εναντίον Εγκέλαδου». Το νέο σύστημα πολυκαναλικών σεισμικών τομών ανάκλασης, το οποίο τοποθετήθηκε ήδη στο ωκεανογραφικό του ΕΛΚΕΘΕ «Αιγαίο», περιλαμβάνει δύο ηχητικές πηγές «airgun» μέγιστου συνολικού όγκου 5 λίτρων (300 κυβ. ίντσες έναντι 40 του προηγούμενου), βαρούλκο με υδρόφωνο 24 καναλιών και συνολικού μήκους 350 μέτρων, τη μονάδα ψηφιακής καταγραφής και τη μονάδα επεξεργασίας των σεισμικών τομών.
Οι ισχυρές σεισμικές δονήσεις που εκδηλώθηκαν την Παρασκευή κοντά στις νήσους Στροφάδες στο Ιόνιο Πέλαγος ήρθαν να επιβεβαιώσουν αυτή την ανάγκη. Ο σεισμός μεγέθους 5,7 Ρίχτερ (είχε προηγηθεί ισχυρός προσεισμός) έγινε σε βάθος 20 χιλιομέτρων, σε μία από τις πιο σεισμογενείς περιοχές του ελληνικού τόξου. Δεν προκάλεσε ζημιές, λόγω της θαλάσσιας «ασπίδας» και του αυστηρού αντισεισμικού κανονισμού.
«Ο ελληνικός θαλάσσιος χώρος είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερος από τη στεριά, με αποτέλεσμα τα γεωλογικά φαινόμενα, όπως σεισμοί ή κατολισθήσεις, να είναι κυρίως υποθαλάσσια. Παρότι έχουμε διαμορφώσει μια βάση δεδομένων με 100-150 υποθαλάσσια ρήγματα, σήμερα λιγότερο από το 30% της θαλάσσιας έκτασης έχει μελετηθεί συστηματικά. Μάλιστα σε αυτό δεν περιλαμβάνονται όλα τα πιο επικίνδυνα σημεία, όπως περιοχές κάτω από την Κρήτη, στο Ιόνιο, το ρήγμα της Κεφαλονιάς. Ενα εμπόδιο ήταν ο εξοπλισμός, που δεν μας επέτρεπε να “δούμε” πολύ βαθιά. Ο πιο βασικός λόγος όμως ήταν πως δεν υπήρχε η αναγκαία χρηματοδότηση. Και όσες έρευνες έγιναν χρηματοδοτήθηκαν από ευρωπαϊκά ή διεθνή προγράμματα, ελάχιστη ήταν η εθνική συμμετοχή», σημειώνει ο κ. Σακελλαρίου.