Περιμέναμε τα στοιχεία και τις βασικές παρατηρήσεις να δημοσιευθούν από την ΕΚΤ (SSM) για να μη κατηγορηθούμε ότι τα βάζουμε… με τις τράπεζες.
Τα στοιχεία λοιπόν λένε ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα που «ανθεί» ολοένα και περισσότερο μέρα με την μέρα μήνα με τον μήνα, αφού πέρασε μία μακρά περίοδο αναδιάρθρωσης βασικά με δημόσιο χρήμα, σήμερα εξασφαλίζει το 79,25% των λειτουργικών κερδών του από τους εγχώριους καταθέτες.
Ήτοι τα κέρδη των τραπεζών προκύπτουν από την διαφορά τόκων που εισπράττουν από τα χρήματα των καταθετών τους, δανείζοντάς τα σε τρίτους.
Μεταξύ των οποίων κυρίως η ΕΚΤ (overnight).
Σύμφωνα με τα στοιχεία του SSM (ΕΚΤ) το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (NIM) για το τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα, διαμορφώνεται στο 3,20% έναντι 0,89% στη Γαλλία και 1,13% στη Γερμανία.
Υψηλότερο επιτοκιακό περιθώριο από τις ελληνικές τράπεζες καταγράφουν, μόνο οι τράπεζες στη Λετονία (3,90%), την Εσθονία (3,77%) και τη Λιθουανία (3,58%).
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι περισσότερο «τράπεζες» – δηλαδή κερδίζουν από τους τόκους – από όλες τις άλλες της Ευρώπης…
Ούτε διαχείριση κεφαλαίων, ούτε σύγχρονη τραπεζική ούτε τίποτα, καθαρά «τόκους».
Η τράπεζα δανείζεται από τον καταθέτη με ελάχιστο επιτόκιο και το δανείζει με την σειρά της με το υψηλότερο που μπορεί.
Στα 100 ευρώ κέρδη, τα 79,25 είναι από τους τόκους.
Και θα πεί κανείς μα πως αφού για να πάρεις δάνειο ακόμα και με ψηλό επιτόκιο περιμένεις στην ουρά και δεν φτάνεις ποτέ στον γκισέ.
Μα δεν χρειάζεται.
Οι καταθέσεις αυτές μπορούν να δανείσουν το δημόσιο μέσω της αγοράς εντόκων και ομολόγων από τις τράπεζες.
Ή ακόμα καλύτερα, κάθε βράδυ να μπαίνουν – οι καταθέσεις των αποταμιευτών – στον έντοκο λογαριασμό που έχει κάθε τράπεζα στην ΕΚΤ και να εισπράττει η τράπεζα τα τρέχοντα υψηλά επιτόκια.
Σύμφωνοι, αλλά αυτό δεν κάνουν και οι άλλες τράπεζες στις χώρες της Ευρώπης; Όχι ακριβώς.
Και εκεί – όχι σε όλες – εισπράττουν υπερδιπλάσιους τόκους από αυτούς που πληρώνουν στους καταθέτες τους, αλλά ο ευρωπαϊκός μέσος όρος του επιτοκιακού περιθωρίου είναι σχεδόν 20% χαμηλότερος (60,56% έναντι 79,25% στην Ελλάδα), για να μη πούμε για τις δύο μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης Γαλλία και Γερμανία που τα κέρδη από τόκους κυμαίνονται από 43% σε 53% στου συνόλου των κερδών τους.
Μοναδική χώρα που χτυπάει ορατά υψηλότερα νούμερα είναι η Εσθονία, όπου το εν λόγω ποσοστό διαμορφώνεται στο 82,20%.
Να δούμε όμως τι γίνεται με την χορήγηση δανείων σε σχέση με τις καταθέσεις.
Σύμφωνα με την ΕΚΤ στην Ελλάδα ο δείκτης δάνεια προς καταθέσεις (loan to deposit ratio) διαμορφώνεται στο 59,24% έναντι 104,44% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Για Γερμανία και Γαλλία δεν συζητάμε, επι κεφαλής χορηγήσεων η Γερμανία (119,36%) και ακολουθούν η Ολλανδία (113,34%) και η Γαλλία (107,79%).
Αυτά τα ενδιαφέροντα καταγράφουν τα τελευταία στοιχεία που έδωσε στην δημοσιότητα η ΕΚΤ και η αρμόδια Εποπτεία της το SSM.
Και το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί συμβαίνει αυτό;
Δεν υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ των τραπεζών για την προσέλκυση καταθέσεων με πιο ελκυστικές αποδόσεις;
Η απάντηση είναι πως προφανώς όχι, γιατί καμία από τις τράπεζες δεν βγαίνει να ανοίξει τον δρόμο για μια περισσότερο «δίκαιη» απόδοση των καταθέσεων, καμία…
Υπάρχει κάποιος χαρακτηρισμός για το πως λέγεται αυτό στον περιβόητο ανταγωνισμό της ελεύθερης αγοράς;
Υπάρχει και τον γνωρίζει περισσότερο από όλους η Επιτροπή Εποπτείας Ανταγωνισμού στο τραπεζικό σύστημα…
Το γνωρίζει και η Τράπεζα της Ελλάδος…
Και θα ρωτήσει κανείς, καλά οι τράπεζες «δανείζονται» με σχεδόν μηδενικά επιτόκια από τους καταθέτες και αγοράζουν ομόλογα και έντοκα ελληνικού δημοσίου και αυξάνουν έτσι τα περιθώρια κέρδους και τις αποδόσεις των κεφαλαίων τους. Οι καταθέτες, αφού οι τράπεζες δεν δίνουν υψηλότερους τόκους γιατί δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο; Να αγοράσουν δηλαδή έντοκα, ομόλογα, κ.λ.π. τώρα που είναι και εξασφαλισμένα με το Investment Grade.
Καλό θα ήταν και θα το έκαναν αν τους έδειχναν που μπορούν να τα βρουν, αφού ότι βγαίνει – τα ελάχιστα που κυκλοφορούν στις αγορές – καταλήγουν στα τραπεζικά χαρτοφυλάκια ή στα μεγάλα Funds. Παράδειγμα η σημερινή επανέκδοση του ομολόγου από το ΥΠΟΙΚ που λήγει το 2028 με απόδοση 3,8%.
Θα βγούν μόλις 250 εκατ. ευρώ και θα πάνε μέσω των primary dealers στα μεγάλα χαρτοφυλάκια.
Άλλωστε τι είναι ο κάβουρας τι το ζουμί του, αν κοιτάξει κανείς τις τρέχουσες εκδόσεις ομολόγων εταιρειών θα δει ότι είναι πολλαπλάσιου μεγέθους των 250 εκατ. ευρώ που θα βγάλει το ΥΠΟΙΚ…
Κάπως έτσι είναι τα «νέα», που βγήκαν χθες το απόγευμα από την ΕΚΤ.
πηγη:newsitgr