Σημαντικές ευκαιρίες για την αξιοποίηση των ενταγμένων στο δίκτυο Natura 2000 προστατευόμενων περιοχών στην ελληνική επικράτεια εξακολουθεί να «βλέπει» η Διανέοσιςστη νέα της μελέτη που έρχεται επτάχρόνια μετά την πρώτη, η οποία είχε υπολογίσει σε αδρές γραμμές τα οικονομικά οφέλη από την αξιοποίηση του 40% αυτών των περιοχών, σε 2 δισ. ευρώ έσοδα για το κράτος ετησίως και σε 15.000 θέσεις εργασίας.
Οι περιοχές Natura στην Ελλάδα
Να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα το δίκτυο Natura περιλαμβάνει 446περιοχές που βρίσκονται σε κάθε γωνιά της χώρας, από τη Θράκη έως την Κρήτη και από την Κέρκυρα έως το Καστελόριζο, οι οποίες καταλαμβάνουν το 28% της χερσαίας έκτασης και το 20% της θαλάσσιαςέκτασης της χώρας.
Στα χρόνια που πέρασαν από την πρώτη μελέτη, η Διανεοσις διαπιστώνει ότι έχουν γίνει κάποια σημαντικά βήματα για την προστασίατους, όπως η ίδρυση του ΟργανισμούΦυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ) το 2020, αλλά παραμένουν πολλές ευκαιρίες και προβλήματα.
Περιοχές Natura: Απειλούνται από φυσικές καταστροφές αλλά προσφέρουν μεγάλες ευκαιρίες
Σύμφωνα με τους μελετητές, οι περιοχές Natura 2000 προσφέρονται για τουρισμο πολλών τύπων σε διάφορες εποχές, ενώ και οι επισκέπτες τους παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα ικανοποίησης. Ωστόσο, πολλές από αυτές τις περιοχές προσελκύουν μέχρι στιγμής περιορισμένο αριθμό επισκεπτών με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (π.χ. πεζοπόρους, φοιτητές ή επιστήμονες), ενώ ακόμη παρατηρούνται αδυναμίες στο θεσμικό πλαίσιο, στη στρατηγική της αναπτυξεις τους και, ασφαλώς, στην καταγραφή δεδομένων. Ταυτόχρονα, παράγοντες όπως η κλιματική αλλαγή, οι φυσικές καταστροφές, οι αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία αλλά και το κυρίαρχο, μοντέλο μαζικού τουρισμού στη χώρα αποτελούν σημαντικέςαπειλές.
Υπάρχουν, όμως, και μεγάλες ευκαιρίες. «Η πανδημία ανέδειξε πρόσφατα με καθοριστικό τρόπο τα πιο ήπια είδη τουρισμού, ενώ ταυτόχρονα διατίθενται πολλά είδη, κυρίως ευρωπαϊκών, χρηματοδοτικών εργαλείων», τονίζεται στη μελέτη που υπογράφεται από καθηγητές και ερευνητές από το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, με επιστημονικό υπεύθυνο τον ομότιμο καθηγητή Τουριστικής Ανάπτυξης, Πάρι Τσάρτα, ενώ συμμετέχουν και καθηγητές από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου και το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής. Η μελέτη αυτή προσεγγίζει το ζήτημα συνολικά και φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο, όπως σημειώνει και ο τίτλος της, για την οργάνωση και ανάπτυξη του τουρισμού στις περιοχές Natura 2000 στην Ελλάδα.
Οσον αφορά στις ευκαιρίες ανάπτυξης, οι μελετητές προκρίνουν το βιώσιμο τουρισμό με τις ήπιες μορφές του, όπως είναι ο οικοτουρισμός(πεζοπορία, παρατήρηση πουλιών, περιηγήσεις, κλπ.), ο αγροτουρισμός(συμμετοχή σε αγροτικές δραστηριότητες, π.χ. συγκομιδή ελιάς) και ο πολιτιστικός τουρισμός(επισκέψεις σε μνημεία, μουσεία, κλπ.). Οπως επισημαίνουν, η ένταξη μιας περιοχής στο δίκτυο Natura 2000 δεν συνεπάγεται αυτομάτως απόλυτη απαγόρευση οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων εντός των ορίων της. Ωστόσο, όπως είναι αναμενόμενο, υπάρχουν περιορισμοί στο είδος και στην ένταση της δραστηριότητας αυτής ανάλογα την ζώνη προστασίας.
Πού θα βρεθούν τα χρήματα
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι υφίστανται χρηματοδοτικά εργαλεία και γι΄αυτό τον σκοπό. Αφενός, το ΕΣΠΑ διαθέτει εξειδικευμένα τομεακά προγράμματα για το περιβάλλον με προϋπολογισμό 3,6 δισ. ευρώ, καθώς και για την αλιεία, την υδατοκαλλιέργεια και τη θάλασσα, με προϋπολογισμό 520 εκατ. ευρώ. Επιπλέον υπάρχουν 13 ενισχυμένα, κατά 37% συγκριτικά με το προηγούμενο ΕΣΠΑ 2014-2020,Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα τα οποία ανήκουν στη διαχείριση των Περιφερειών. Βασικό εργαλείο των ΠΕΠ αποτελούν οι Ολοκληρωμένες Χωρικές Επενδύσεις (ΟΧΕ), με προϋπολογισμό 414 εκατ. ευρώ, οι οποίες μπορούν να παρέχουν πόρους για την προστασία του περιβάλλοντος, τη βιοποικιλότητα, την ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και τη διοργάνωση δράσεων τουρισμού σε περιοχές του δικτύου Natura 2000 σε περιφερειακό επίπεδο.
Παράλληλα το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), το μεγαλύτερο χρηματοδοτικό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας, επικεντρώνεται στη βιώσιμη ανάπτυξη κυρίως μέσω του Άξονα 1.4 (όμε προϋπολογισμό 1,8 δισ. ευρώ για δράσεις περιβαλλοντικής προστασίας, βιώσιμης ανάπτυξης και αναβάθμισης σχετικών υποδομών.
Οι μελετητές προσθέτουν ότι οι παραπάνω πηγές χρηματοδότησης επενδύσεων μπορούν επίσης να συνδυαστούν και με μια πιο αποδοτική εμπορική αξιοποίηση των προστατευόμενων περιοχών. Ξεχωρίζουν τρεις σημαντικούς παράγοντες σε αυτό το πεδίο:
- την πολιτική εισιτηρίων που εφαρμόζεται στο Φαράγγι της Σαμαριάς και στο Εθνικό Πάρκο Σποράδων. Οπως σημειώνεται στη μελέτη, στην πρώτη περίπτωση, του Φαραγγιού της Σαμαριάς, ο αριθμός επισκεπτών ανέκαμψε και ξεπέρασε κατά 6% τα προ-πανδημίας επίπεδα του έτους 2019. Οι συνολικές εισπράξεις από την έκδοση εισιτηρίων της τελευταίας διετίας ήταν περίπου 1.220.000 ευρώ και ο αριθμός των επισκεπτών ανήλθε περίπου στους 300.000. Στην περίπτωση του Εθνικού Πάρκου Σποράδων, θεσπίστηκε το εισιτήριο μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας τον Οκτώβριο του 2021, και έκτοτε εφαρμόζεται απρόσκοπτα μέχρι σήμερα. Οι συνολικές εισπράξεις της τελευταίας διετίας ήταν περίπου 140.000 ευρώ και ο αριθμός των επισκεπτών περίπου 10.500. Αξίζει να σημειωθεί ότι για τα τελευταία δύο έτη πλήρους εφαρμογής του εισιτήριου τόσο τα έσοδα, όσο και ο αριθμός επισκεπτών, αυξήθηκαν κατά 112% και 105% αντίστοιχα.
- την παροχή υπηρεσιών (πχ. οργάνωση αθλητικών και κοινωνικών δράσεων ή εκδρομών) και
- την πώληση τοπικών προϊόντων.
Τα προβλήματα
Σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα, στην Ελλάδα εξακολουθεί να υπάρχει και σε αυτό το ζήτημα αποσπασματική εφαρμογή των διαφόρων εργαλείων διαχείρισης. Για παράδειγμα, μόνο τρεις περιοχές διαθέτουν θεσμοθετημένα Σχέδια Διαχείρισης(Λίμνες Κορώνεια – Βόλβη, Στενά Ρεντίνας και ευρύτερη περιοχή, Εθνικό Πάρκο Σχινιά – Μαραθώνα, Νήσος Χρυσή) και για περιορισμένο αριθμό περιοχών έχουν εκδοθεί ΠΔ ή ΚΥΑ, μέσω των οποίων ορίζονται επιτρεπόμενες και μη δραστηριότητες (π.χ. Όλυμπος, Σχινιάς, Αλόννησος, Ζάκυνθος).
Επιπρόσθετα, μικρός αριθμός προστατευόμενων περιοχών διαθέτει μελέτες εκτίμησης φέρουσας ικανότητας και σχέδια διαχείρισης επισκεπτών (π.χ. Όλυμπος, Παρνασσός, Παμβώτιδα, Αχέροντας, Κερκίνη, Βιστωνίδα, Κυπαρισσιακός Κόλπος), καθώς και μελέτες ανάδειξης και προώθησης του αειφόρου τουρισμού (π.χ. Οροσειρά Ροδόπης, Παραποτάμιο Δασος Νέστου).
Επίσης, προκύπτει ότι η γνώση και η εμπειρία για την ανάπτυξη τέτοιων εργαλείων, και ιδιαιτέρως για την εκτίμηση της φέρουσας ικανότητας στις προστατευόμενες περιοχές, είναι περιορισμένη. Βασική διαπίστωση αποτελεί ότι η ανάπτυξη αειφόρων μορφών τουρισμού στις προστατευόμενες περιοχές δεν αποτελεί ουσιαστική προτεραιότητα. Η γνώση και η κατάρτιση του προσωπικού σε αυτό το πεδίο είναι χαμηλή, ενώ καταγράφεται σε υψηλό βαθμό αυτοσχεδιασμός.
Επιπλέον, δεν φαίνεται να υπάρχει ουσιαστική συνεργασία και ευρεία συναίνεση με τους λοιπούς εταίρους του τουρισμού και την τοπική κοινωνία. Τέλος, η συλλογή πρωτογενών δεδομένων (π.χ. στοιχεία επισκεψιμότητας, αποτύπωσης αναγκών και προσδοκιών κ.ά.), κυμαίνεται από ανύπαρκτη έως περιορισμένη, ενώ δεν εφαρμόζεται σχεδόν σε καμία περιοχή μόνιμο σύστημα παρακολούθησης των επιπτώσεων από την άσκηση του τουρισμού και την κίνηση των επισκεπτών, αλλά και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών (ικανοποίηση επισκέπτη).
ΕΘΝΟΣ