Η πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, έχει επιτύχει το ακατόρθωτο για τη γειτονική χώρα: πολιτική σταθερότητα.
Σε μία χώρα που άλλαζε με ταχύτητα αστραπής πρωθυπουργούς, η Μελόνι, έχοντας αλλάξει σημαντικά τη ρητορική της και εφαρμόζοντας μία πιο συνετή οικονομική πολιτική, αλλά και εντελώς διαφορετική διπλωματική προσέγγιση σε αρκετά ζητήματα, όπως για παράδειγμα ο πόλεμος στην Ουκρανία, δέχεται τα συγχαρητήρια και των αγορών, με τα ιταλικά ομόλογα να εμφανίζονται ως μία ελκυστική επιλογή για τους επενδυτές.
Το spread μεταξύ των 10ετών ιταλικών και γερμανικών ομολόγων υποχωρεί συνεχώς, με την πτώση του να ξεκινά όταν η Μελόνι ανέλαβε τα ηνία της εξουσίας, φθάνοντας έως τις 106 μονάδες βάσης στις αρχές Δεκεμβρίου από 258 μονάδες βάσης που ήταν τον Σεπτέμβριο του 2022 όταν κέρδισε τις εκλογές.
Με τις κυβερνήσεις στο Παρίσι και το Βερολίνο να λειτουργούν μετά βίας και τους επενδυτές να επανεκτιμούν την ασφάλεια του γαλλικού χρέους, τα πράγματα έχουν πλέον αντιστραφεί.
Επικεφαλής ενός έθνους του οποίου η ανάπτυξη ξεπερνά κατά πολύ τη Γερμανία, με έναν σταθερό συνασπισμό και έναν τραπεζικό κλάδο αρκετά εύρωστο ώστε να επιχειρεί να αγοράσει ανταγωνιστές στο εξωτερικό, η Μελόνι ξεχωρίζει στην Ευρώπη ως φάρος δύναμης.
«Μπορώ να δω την Ιταλία να καθίσταται όλο και πιο ελκυστική για τους επενδυτές της αγοράς ομολόγων.
Έχει καλές προοπτικές»,εκτιμά η Έλλα Χόχα, επικεφαλής επενδύσεων σταθερού εισοδήματος της Newton Investment Management, μιλώντας στο Bloomberg.
Η συνεχιζόμενη βελτίωση είναι ακόμη πιο αξιοσημείωτη, δεδομένου ότι η Ιταλία βρέθηκε υπό την επιτήρηση της Κομισιόν το 2023, λόγω του υψηλού χρέους της και του συνεχούς αγώνα να ισορροπήσει τα δημοσιονομικά της μεγέθη. Τον Απρίλιο το ΔΝΤ εξέφρασε αμφιβολίες για το ιταλικό χρέος και η Κομισιόν συμφώνησε με την εκτίμησή του.
Όμως η η Μελόνι κατάφερε τόσο να κατευνάσει τις απαιτήσεις των εταίρων της στον κυβερνητικό συνασπισμό για την τήρηση των ακριβών υποσχέσεων προς τους ψηφοφόρους, όσο και να πείσει την κυβέρνησή της να συμφωνήσει σε μία πολιτική μείωσης του ελλείμματος, ώστε αυτό να υποχωρήσει κάτω από το 3% το 2026.
Τα θεμέλια της ανθεκτικότητας της κυβέρνησής της τέθηκαν υπό τη διακυβέρνηση του προκατόχου της, του πρώην προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, ο οποίος έθεσε τα οικονομικά της χώρας σε πορεία αποκατάστασης μετά την πανδημία. Η Μελόνι έχει επίσης βοηθηθεί από τις ευνοϊκές αναθεωρήσεις του προφίλ του χρέους της Ιταλίας -που εξακολουθεί να παραμένει υψηλότερο από το 130% του ΑΕΠ- και επίσης από τον πακτωλό κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης, τα οποία εξασφάλισε ο Μάριο Ντράγκι όταν ήταν πρωθυπουργός.
Οι οίκοι αξιολόγησης «τρέχουν» να επιβραβεύσουν τη Μελόνι. Μετά την αρχική νίκη της Μελόνι να πείσει τη Moody’s Ratings να αποσύρει την απειλή υποβάθμισης σε «σκουπίδια», τον Νοέμβριο του περασμένου έτους, η Fitch Ratings αναβάθμισε τις προοπτικές της ιταλικής οικονομίας σε «θετικές».
Η σειρά των καλών ειδήσεων, μαζί με τον οικονομικό εθνικισμό της Μελόνι που επιδιώκει την προστασία των εγχώριων επιχειρήσεων από τις ξένες παρεμβάσεις, ενθαρρύνει τις ιταλικές επιχειρήσεις να αναπτυχθούν και εκτός ιταλικών συνόρων. Τυπικό παράδειγμα η UniCredit και η συνεχής αύξηση του μεριδίου της στη γερμανική Commerzbank, παρά τις αντιδράσεις της γερμανικής κυβέρνησης.
Βέβαια δεν είναι όλα ρόδινα για την Ιταλία. Η χώρα θα πρέπει να τηρήσει τις δημοσιονομικές της υποσχέσεις, αλλιώς θα υποστεί τις συνέπειες που αντιμετωπίζει σήμερα η Γαλλία με την απώλεια της εμπιστοσύνης των επενδυτών. Η μείωση του ελλείμματος χρειάζεται τη λήψη δύσκολων αποφάσεων, ενώ η ανάπτυξη δεν είναι εντυπωσιακή, καθώς εκτιμάται ότι το 2024 θα διαμορφωθεί στο 0,7% από 1% που ήταν το 2023.
«Το spread είναι πολύ χαμηλό, επειδή αντανακλά την πολιτική σταθερότητα της Ιταλίας», δήλωσε ο Ντομένικο Λομπάρντι, καθηγητής οικονομικών και δημόσιας πολιτικής στο Πανεπιστήμιο LUISS της Ρώμης.
«Η Ιταλία είναι ιδιαίτερα ανθεκτική αυτή τη στιγμή, αλλά αυτό μπορεί να μην διαρκέσει σε ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο που αντιμετωπίζει προβλήματα».
BUSINESS DAILY